Η Δημοκρατική Συμπαράταξη στηρίζει τη σταθερή ελληνική εξωτερική πολιτική, «η Κύπρος αποφασίζει, η Ελλάδα συμπαρίσταται», τόνισε σε δηλώσεις του μετά τη συνεδρίαση του ΕΣΕΠ, ο Ανδρέας Λοβέρδος.
Σε αυτό το πλαίσιο, επανέλαβε τις εκπεφρασμένες θέσεις της Δημοκρατικής Συμπαράταξης ως προς το θέμα των ξένων στρατευμάτων, των εγγυήσεων και της ασφάλειας και χαιρέτισε τη «διαφαινόμενη μετατροπή της διάσκεψης της Γενεύης σε πολυμερή, διότι η πενταμερής θα γεννούσε πολλά προβλήματα».
Ωστόσο, χαρακτήρισε λανθασμένη μια ενδεχόμενη συνάντηση μεταξύ στον Έλληνα πρωθυπουργό και τον Τούρκο Πρόεδρο πριν από τη διάσκεψη της Γενεύης στις 12 Ιανουαρίου.
Αναλυτικά η τοποθέτηση του Ανδρέα Λοβέρδου στη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής για το Κυπριακό
Το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΣΕΠ) πρέπει να αλλάξει τρόπο λειτουργίας. Σήμερα μιλούν ο Υπουργός και τα κόμματα. Αυτό ακριβώς που γίνεται και στις συνεδριάσεις κεκλεισμένων των θυρών της Επιτροπής Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής. Όταν είχα την τιμή να εισηγηθώ τη νομοθέτηση του ΕΣΕΠ στη Βουλή το 2002, επί υπουργείας και με πρωτοβουλία του τότε ΥΠΕΞ Γιώργου Παπανδρέου, στοχεύαμε στην όσμωση πολιτικής, διπλωματίας και επιστήμης. Εδώ, όμως, μιλούν μόνο τα κόμματα. Ζητούμε αυτό από την επόμενη συνεδρίαση να αλλάξει.
Θέτουμε και στο ΕΣΕΠ το ζήτημα του ποιός ασκεί στην Ελλάδα εξωτερική πολιτική! Κατά το Σύνταγμα, τους νόμους και την πολιτική δεοντολογία εξωτερική πολιτική ασκεί ο Πρωθυπουργός, ο Υπουγός Εξωτερικών αλλά και συλλογικά το Υπουργικό Συμβούλιο. Τα γεγονότα με το Καστελόριζο και τα όσα είπε και έκανε ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας έθεσαν με ουσιαστικά και τυπικά λανθασμένο τρόπο μια σειρά θεμάτων εξωτερικής πολιτικής. Η επανάληψη της επικίνδυνης αυτής πρακτικής πρέπει να αποκλειστεί.
Ως προς το Κυπριακό η Δημοκρατική Συμπαράταξη επαναλαμβάνει και στο ΕΣΕΠ τη θέση της, που συνεχώς υπογραμμίζει, πως για την επίλυσή του ισχύει το δόγμα “Η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαρίσταται”. Αυτή άλλωστε είναι και η σταθερή θέση της Ελληνικής Δημοκρατίας επί όλων των κυβερνήσεων. Και στη σημερινή κρίσιμη συγκυρία το δόγμα αυτό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής ισχύει απόλυτα. Ειδικά για το θέμα των εγγυήσεων, της ασφάλειας και της αποχώρησης των ξένων στρατιωτικών δυνάμεων επανειλημμένα έχουμε υποστηρίξει στο ΕΣΕΠ την κοινή θέση των περισσότερων κομμάτων και του υπουργείου Εξωτερικών.
Σε ό,τι αφορά τη διάσκεψη της Γενεύης χαιρετίζουμε τη διαφαινόμενη μετατροπή της σε πολυμερή, διότι η πενταμερής θα γεννούσε πολλά προβλήματα. Θεωρούμε, όμως, λανθασμένη την προηγούμενη συνάντηση των κ.κ. Τσίπρα και Ερντογάν. Μια τέτοια συνάντηση όχι μόνο δεν θα μπορούσε να καταλήξει πουθενά με βάση τη στάση της Τουρκίας, αλλά εγκυμονεί και κινδύνους μετακύλησης των συζητήσεων και σε άλλα θέματα, ανεξαρτήτως ημερήσιας διάταξης. Η διμερής αυτή συνάντηση, και όχι προφανώς κάθε διμερής συνάντηση, έπρεπε να αποφευχθεί και η κυβέρνηση και η ΝΔ που την υποστήριξαν πρέπει να το ξανασκεφτούν.
Θυμίζοντας πως η κρίση του 1963 στην Κύπρο είχε ως αφορμή τα συνταγματικά θέματα που αφορούσαν τη λειτουργία της Κυπριακής Δημοκρατίας, θέλουμε να τονίσουμε πως και τα θέματα λειτουργίας της ομοσπονδιακής Κυπριακής Δημοκρατίας, ως τμήματος της λύσης του Κυπριακού, έχουν ξεχωριστή και ιδιαίτερη σημασία και δεν πρέπει να υποτιμώνται.
Προτείνουμε αν δεν υπάρξει λόγος σύγκλισης του ΕΣΕΠ για το Κυπριακό έως ή αμέσως μετά τη διάσκεψη της Γενεύης στις 12 Ιανουαρίου 2017, η επόμενη συνεδρίαση να έχει ως κύριο θέμα τη μετανάστευση και την τρομοκρατία.